Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010

γίνε αντίλαλος χαρά μου




Λένε πως θα μοιράσει ο θεός χρυσάφι
μέσ' στην άνοιξη που θα 'ρθει
κι ένα παιδί θα γεννηθεί
από τα στήθια καθενός μέσα στο Μάρτη
θα 'χει φτερά μέσα στα μάτια
τη Βαβυλώνα μες στο στόμα
και τα ασημένια του κομμάτια
δαχτυλίδια μέσ' στο χώμα

Λένε πως θα μοιράσει ο Θεός ξυράφια
μες στην άνοιξη που θα 'ρθει
για να γλιστράμε όλοι
σε μια κόψη που μπορεί να μας ζεστάνει
θα μάθουμε έτσι να διαλέγουμε
σε ποια μεριά θα πάμε
κι ο χωματόδρομος που γδέρνει
το βήμα μας δε θα 'ναι

Ήρωες με την πρώτη ευκαιρία
και μαστροποί συναισθημάτων στην πορεία
μες στο μπουρδέλο που μας νοίκιασε εξουσία
για να κάνει εκπομπή και φτύνει στα όνειρα μου
Γίνε αντίλαλος χαρά μου

Λένε πως θα μοιράσει ο Θεός περίστροφα
την άνοιξη που θα 'ρθει
και για να μάθω να σκοτώνω
πρέπει την ίδια μου ζωή να βγάλω σκάρτη
να έχω χέρι σταθερό να γίνω μέλος κοινωνίας
να επιβιώσω στο χορό της πληρωμένης μου ανίας

Μια ανθοδέσμη από καριόληδες
και ψεύτες κάτω από προβολείς
που καμαρώνουν σαν λαμπάδες
ακόμα κι όταν τους πυροβολείς
αχ, πόσο θα 'θελα να ζήσω χωρίς την κάμερα από πίσω
και να κοιτάζω τη ζωή μου δίχως προφυλακτικό

Ήρωες με την πρώτη ευκαιρία
και μαστροποί συναισθημάτων στην πορεία
μες στο μπουρδέλο που μας νοίκιασε εξουσία
για να κάνει εκπομπή και φτύνει στα όνειρα μου
Γίνε αντίλαλος χαρά μου

Λένε πως θα μοιράσουν τα παιδιά χρυσάφι
μες στην άνοιξη που θα 'ρθει
για να δούνε αν θα το κάνουνε
οξυγόνο απ' τη Γαύδο ως τη Θράκη
κι αν αξίζει να φυτρώσει
μες στο στήθος μας συνήθεια
η δικιά τους απροσδόκητη
κι αναρχική αλήθεια

Λένε πως θα μοιράσει ο ουρανός Αχέροντες
για ν' ακουστεί η φωνή του
και να βουτάει ο καθένας μες στο κρύσταλλο
να πλύνει τη ψυχή του
να μάθει απλόχερα να σπέρνει την τύχη που του ανήκει
και ν' αγκαλιάζει πιο σφικτά
τα δώρα του αλλουνού

Κληρονομιά για το παιδί μας που γεννιέται
μα πλούσιος είναι όποιος δεν πουλιέται
μες στο μπουρδέλο που μας νοίκιασε εξουσία
για να κάνει εκπομπή και φτύνει στα όνειρά μου
Γίνε αντίλαλος χαρά μου

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2010

All we've got is the silence




A howling wind is whistling in the night
My dog is growling in the dark
Something's pulling me outside
To ride around in circles

I know that you have got the time
Coz anything I want, you do
You'll take a ride through the strangers
Who don't understand how to feel

In the deathcar, we're alive
In the deathcar, we're alive

I'll let some air come in the window
Kind of wakes me up a little
I don't turn on the radio
Coz they play shit, like....You know

When your hand was down on my dick
It felt quite amazing
And now that, that is all over
All we've got is the silence

In the deathcar, we're alive
In the deathcar, we're alive
So come on mandolins, play

When I touched you
I felt that you still had your baby fat
And a little taste of baby's breath
Makes me forget about death
At your age you're still joking
It ain't time yet for the choking
So now we can all movie and know each other truly

In the deathcar, we're alive
In the deathcar, we're alive
I want to hear some mandolins

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010

ο νους μας είναι αληταριό που όλο θα δραπετεύει




Όλα του κόσμου τα πουλιά
όπου κι αν φτερουγίσαν
όπου κι αν χτίσαν την φωλιά
όπου κι αν κελαηδήσαν

Εκεί που φτερουγίζει ο νους
εκεί που ξημερώνει
μαργώνουν τα πουλιά της γης
κι ούτε ένα δεν ζυγώνει

Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

Ανάσα είναι καυτερή
και στέπα του Καυκάσου
η σκέψη που παραμιλά
και λέει τα όνειρά σου

Όσες κι αν χτίζουν φυλακές
κι αν ο κλοιός στενεύει
ο νους μας είναι αληταριό
που όλο θα δραπετεύει


Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

Σαν αερικό θα ζήσω
σαν αερικό

Τρίτη 16 Φεβρουαρίου 2010

Η νύχτα μόλις πρίν από τα δάση



Έτυχε απλά να ψάχνω για βιβλία, πέφτω σε ένα μπλογκ όπου σε παραπέμπει μεταξύ άλλων σε ιστοσελίδες εκδόσεων. Μπαίνω σε κάποιες και αρχίζω την εξερεύνηση. Ενώ κοιτάζω στη στήλη των βιβλίων που έχουν θέμα το θέατρο και έχω διαβάσει τα σχετικά για όσα μου φάνηκαν ενδιαφέρον, ένα μόνο μου μένει στο μυαλό από αυτή την κατηγορία και σημειώνω κάπου τίτλο και συγγραφέα. Δυο μέρες αργότερα, δηλαδή σήμερα, βγαίνω έξω με παρέα. Βλέπουμε μία αφίσα για ένα θεατρικό - που είχα δει ξανά την πρηγούμενη αλλά δεν το θυμώμουν καν - και αποφασίζουμε χωρίς σκέψη να πάμε. Το λατρεύω το θέατρο. Το βιβλίο, ο τίτλος του, το απόσπασμα που υπήρχε στην ιστοσελίδα που είχα επισκεφθεί μοιάζουν σα να μην τα διάβασα ποτέ από την ώρα που απενεργοποιήσα τον υπολογιστή, σίγουρη ότι θα το κοιτάξω το βιβλίο, αφού τώρα ξέρω ποιο είναι. Φτάνουμε λοιπόν στο καφέ όπου γινόταν το θεατρικό. Κοιτάζω πάλι την αφίσα που έχουν εκεί. Ο τίτλος ακόμα δε μου λέει κάτι. Μονόλογος θα είναι σκέφτομαι, καθώς αναφέρουν ένα όνομα ηθοποιού. Είχαμε πάει νωρίς, αργεί λίγο να αρχίσει. Είναι ένας σχετικά μεγάλος σε ηλικία ηθοποιός, μιλάει δήθεν σε έναν περαστικό που τον αποκαλεί φίλο και του ζητάει μόνο ένα δωμάτιο να μείνει τη νύχτα. Μισή νύχτα, όση έχει απομείνει... Του μιλάει αρκετή ώρα. Δε θα μιλήσω για όσα λέει, μόνο για ένα σημείο που αφηγείται μία νύχτα κάτω από τη γέφυρα, που συνάντησε μια κοπέλα. Αυτές οι στιγμές που πέρασε μαζί της εμπεριέχονταν ακριβώς στο απόσπασμα που είχα διαβάσει. Το βιβλίο ακόμα να μου έρθει στο μυαλό. Επιστρέφοντας σπίτι το ψάχνω, με τα λόγια που θυμάμαι από το μονόλογο στο σημείο εκείνο. Το βρήκα! Θυμώμουν ότι κάπου τα είχα διαβάσει, αφού καθώς άκουγα τον ηθοποιό ήξερα τι θα πει μετά. Ήταν από το βιβλίο. Θα πάω να το βρω, μου άρεσε και το υπόλοιπο που άκουσα εκεί που πήγαμε. Ακολουθεί το απόσπασμα...



[…] με βλέπεις έτσι τώρα, το κεφάλι μου να μη στέκει και καλά (αλλά θα μου περάσει). Το είδα εγώ με την πρώτη ότι είσαι εντάξει τύπος, μπορεί κανείς να σου μιλήσει : το πραγματικό της όνομα δεν το ξέρω, εκείνο που μου είπε δεν είναι το δικό της, δεν θα πω λοιπόν πώς ήταν φτιαγμένη, κανείς δεν θα μάθει ποτέ ποιος κοιμήθηκε με ποιον μια ολόκληρη νύχτα, κάτω από μια γέφυρα καταμεσής της πόλης, υπάρχουν ακόμη τα ίχνη στην πέτρα εκεί κάτω: περπατάς όπου να 'ναι κάποιο βράδυ,'ετσι στην τύχη, βλέπεις μια κοπέλα να γέρνει ακριβώς πάνω από το νερό, την πλησιάζεις κατά τύχη, γυρνάει και σου λέει: το όνομά μου εμένα είναι μάμα, μη μου πεις το δικό σου, δεν της λες το δικό σου, της λές: πού πάμε; σου λέει εκείνη: πού θες να πάμε; δεν καθόμαστε εδώ, είσαι; κάθεσαι λοιπόν εκεί, ώς τα χαράματα που φεύγει, όλη νύχτα τη ρωτάω: ποια είσαι; πού μένεις; τι κάνεις; πού δουλεύεις; πότε θα ξαναβρεθούμε; λέει εκείνη σκύβοντας πάνω από το ποτάμι: δεν τ' αφήνω ποτέ το ποτάμι, πάω από τη μια όχθη στην άλλη, από τη μια γέφυρα των πεζών στην άλλη, ανηφορίζω το κανάλι και επιστρέφω πάλι στο ποτάμι, χαζεύω τις μαούνες, χαζεύω τους υδατοφράχτες, ψάχνω το βυθό του νερού, κάθομαι στην άκρη του νερού ή σκύβω πάνω του, εγώ μόνο σε γέφυρες και σε όχθες μπορώ και μιλάω, και μόνο εκεί μπορώ να αγαπάω, όπου αλλού είμαι σαν ψόφια, όλη μέρα βαριέμαι και το βράδυ επιστρέφω κοντά στο νερό…




Bernard-Marie Koltes, Η νύχτα μόλις πριν από τα δάση ( La Nuit Juste Avant Les Forets ) , εκδ. Άγρα, 1993.

Είμαστε χρώματα μέσα σε γυαλί



~



Κορώνα γράμματα κι άμα ζαλιστείς
Πάντα θα υπάρχει μια γιορτή να μοιραστείς
Όλα κοστίζουνε κι όμως τι μ' αυτό
Ότι σε πόνεσε, σ'έκανε θεό

Κι έσφαξες τη μια ομορφιά
για να πιει το αίμα η άλλη
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει

Κορώνα γράμματα πάει η ζωή μπροστά
Κι ο χρόνος νόμισμα που κατρακυλά
Είμαστε χρώματα μέσα σε γυαλί
Όπως οι μπίλιες που παίζαμε μικροί

Και σφάζαμε τη μια ομορφιά
για να πιει το αίμα η άλλη,
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
Που θέλει το χειμώνα να βγάλει

Κορώνα γράμματα σκύβεις για να δεις
Και οι όψεις χάνονται πριν σιγουρευτείς
Σαν δύο φαντάσματα που κράτησαν γέρα
Μες στα ερείπια μια παιδική χαρά

Κι έριξες τη μια ομορφιά
για ν' ανέβει στην κούνια η άλλη,
γιατί είναι το κορμί αμμουδιά
που θέλει το χειμώνα να βγάλει

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

Εδώ εκεί παντού πάντοτε...





Εδώ εκεί παντού πάντοτε


Δεν καλλιεργώ τον κήπο μου σε βάθος
Προσπαθώ να εξαντλήσω την επιφάνεια
Γι΄ αυτό φυτεύω βήματα.
Αν απογυμνώσεις την αναμονή από κάθε προσδοκία
τι μένει;
Μια διαρκής παρουσία.
Βέβαια, για να είσαι αδιάλλειπτα παρών
οφείλεις να μάθεις να απουσιάζεις. [...]


Κατερίνα Ηλιοπούλου, Άσυλο , εκδ. Μελάνι, 2008.




(φωτογραφία taxi, Saul Leiter)

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2010

Μα δε με νοιάζει η επόμενη ηλιαχτίδα






πάντα

το σύννεφο
παιδί
σιωπηλό το φεγγάρι
νυχτώνει
σιωπηλό το φεγγάρι
εγώ για δυο
πάντα λείπεις
ποια ζωή
το ίδιο χρώμα
τόση σκόνη
καληνύχτα
μιλάω στο κενό
το ίδιο χρώμα
δε σου μοιάζω
καληνύχτα
είναι έννοια αφηρημένη
μου είναι αδιάφορο
παράγγειλα να πιω
είναι τώρα ή ποτέ
μισό τσιγάρο
πάντα λείπεις
κι ύστερα ήτανε κλειστός
αργεί να τελειώσει
θέλω να πω
καληνύχτα
αυτό είναι
ποια χαρά
μάτια μου
και δεν απαιτώ
το θέλω
θέλω να πω
αργεί να τελειώσει
ραγίζει
καληνύχτα
μισό τσιγάρο διαδρομή
κάποιον βρίσκω κοντά μου
καληνύχτα
νυχτώνει
η καμπαρντίνα μου άδεια
το ίδιο χρώμα
καληνύχτα
πάντα
ούτε αντίσταση

ούτε ανάσα
δε σου μοιάζω
δεν απαιτώ
το θέλω
μιλάω στο κενό
αυτό είναι
αυτό είναι
απ'το άλφα ν'αρχίσω...


Κάθε αρχή κρύβει στο βάθος ένα τέλος
Σκουριάζει κάποτε του έρωτα το βέλος
Μα δε με νοιάζει η επόμενη ηλιαχτίδα

Είναι η πυξίδα μου σε σένα κολλημένη
Κι ό, τι παίζει είναι έννοια αφηρημένη
Κι ας ξεθωριάζει μες στου χρόνου την παγίδα

Όσο τα μάτια σου θα έχουν ίδιο χρώμα
Θα σ' αγαπάω ας βρεθώ σε ξένο σώμα
Όσο τα μάτια θα χουν κάτι από νύχτα
Θα σου φωνάζω δε σ' αλλάζω καληνύχτα

Είσαι στη γη για μένα της Εδέμ ο κήπος
Εκεί κουρνιάζει της καρδιάς ο κάθε χτύπος
Βρίσκει απάγκιο απ' του κόσμου την τρεχάλα

Είσ' η πυξίδα μου μ' αστέρια κεντημένη
Και ό, τι παίζει είναι έννοια αφηρημένη
Ο έρωτάς σου τ' ουρανού μου είναι σκάλα

Όσο τα μάτια σου θα έχουν ίδιο χρώμα
Θα σ' αγαπάω ας βρεθώ σε ξένο σώμα
Όσο τα μάτια θα χουν κάτι από νύχτα
Θα σου φωνάζω δε σ' αλλάζω καληνύχτα

και ποια Κυριακή




Να μαθαίνω τα εορτολόγια
απ' έξω
Πότε γιορτάζουν οι Ελπίδες
πότε οι Ενοχές
και ποια Κυριακή
οι 'Ερωτες
Ν' ανιχνεύω στο μικροσκόπιο
Αστερόσκονες να λαμπυρίζουν
ανάμεσα σε Υπεκφυγές
και εκ γενετής Φοβίες
Να μοιράζομαι μια κούπα
καφέ στα Δυο
Αξημέρωτα
Να ενταφιάζω επιμελώς
παρείσακτο Παρελθόν
και ανυποψίαστο Μέλλον



Της Ελένης Μαυρογονάτου. Ποιήματα γραμμένα από το 1985, που εκδόθηκαν το 2007 με τίτλο "Το άλλοθι του φεγγαριού".

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

So… don’t make a sound



You're on The distant shore!
You're on The distant shore!
Oceans never listen to us anyway,
Oceans never listen to us anyway.
And if I fall into the drink,
I will say your name, before I sink.

He says your name out loud;
At miniature rooms where no one’s found;
It’s a desperate sound.
You're on The distant shore!
He stands his feet down
You hear his knuckles on your door.
He wants to send you drawings
Drawings of men with faithful hands
They will make such good boyfriends
He wants to tell you stories
Stories of boys who stomped their feet saying,
“Shut – shut up I am dreaming of places
Where lovers have wings.”


“I’ll meet you where the river forks;
When everyone else is dead
You’ll be safe on the water
We’ll be much younger, and we remember.
You're on The distant shore!
I send my feet down—
Down do you hear knuckles
On your door. Do you understand
What I’m finding for? Oh,
Oceans never listen to us anyway.
Oceans never listen to us anyway.
And if I fall into the drink,
I will say your name, before I sink.
Oceans never listen to us anyway.

I’m afraid of the water;
I’m afraid of the sky.
I’m tired of waiting.
Oceans never listen to us anyway,
Oceans never listen to us anyway.
And if I fall into the drink,
I will say your name, before I sink.
So… don’t make a sound.
Don’t make a sound.


~


θενξ του μαϊ νιου φριέντ...

θα μπεί στον κήπο αυτό


(Κηπουρός - Παύλος Παυλίδης)


Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς
κάτι πουλιά πετούν πάνω απ' τη στάχτη
που άφησε πίσω του όταν έφυγε ο νοτιάς και
μου τραγουδάνε "η αγάπη θα 'ρθει, θα' ρθει"

Μέσα στους τοίχους της μικρής μου φυλακής
κάποιος διαβάζει της παλάμης μου το χάρτη
βλέπει τους δρόμους της χαμένης μου ζωής και
μου τραγουδάει "η αγάπη θα 'ρθει, θα' ρθει"

Θα 'ρθει, ένα απόγευμα ζεστό
θα μπεί στον κήπο αυτό
όλο το φως που υπάρχει...

θα 'ρθει, μ' ένα ποδήλατο λευκό
θα κοιταχτεί μέσ' στο νερό
και θα ρωτάει να μάθει...

πότε γέμισε ο κήπος με πουλιά
πόσο είχε λείψει εκεί μακριά
ποιός θα φροντίζει τ' άνθη...

Μέσα στον κήπο της δικιάς μου μοναξιάς
κάτι παιδιά που γκρέμισαν το φράχτη
μου 'παν σε είδαν πάλι απ' έξω να περνάς και
έπειτα είπαν "η αγάπη θα 'ρθει, θα 'ρθει"

Θα 'ρθει, ένα απόγευμα ζεστό
θα μπεί στον κήπο αυτό
όλο το φως που υπάρχει...

θα 'ρθει, μ' ένα ποδήλατο λευκό
θα κοιταχτεί μέσ' στο νερό
και θα ρωτάει να μάθει...

πότε γέμισε ο κήπος με πουλιά
πόσο είχε λείψει εκεί μακριά
ποιός θα φροντίζει τ' άνθη...

Μέσα στους τοίχους της μικρής μου φυλακής
κάποιος διαβάζει της παλάμης μου το χάρτη
βλέπει τους δρόμους της χαμένης μου ζωής και
μου τραγουδάει "η αγάπη θα 'ρθει, θα' ρθει" ...



~

για ένα φιλαράκι

Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010

πόσο μου αρέσει




Ένα απόγευμα ο γιος του Ρουμάνου
έχασε το κοτοπουλάκι του.
Χτύπησε όλες τις πόρτες.
Τα μεγάλα του μάτια,
καθώς το αναζητούσανε μάταια,
μου φάνηκαν χοάνες
που από μέσα τους
μπορούσε ο καθένας
να διακηρύξει
τ' ανθρώπινα δικαιώματα.

Πόσο μ' αρέσει
ν' ακούω τους ανθρώπους
ν' ανεβαίνουν με το ασανσέρ
και να μιλάνε ρουμάνικα...

Κι ένα βράδυ,
ενώ κοίταζα τα τοξωτά μπαλκόνια
του μαιευτηρίου της «Έλενας»,
άκουσα ήχο πιάνου.
Κάποιος απ' τους Ρουμάνους
έπαιζε από συνήθεια το ίδιο κομμάτι
και μεταμόρφωνε, πάλι, τους δήμιους
της Αμερικάνικης πρεσβείας,
τους μεταμόρφωνε, πάλι, σε χάδι.

Πόσο μ' αρέσει
ν' ακούω τους ανθρώπους
ν' ανεβαίνουν με το ασανσέρ
και να μιλάνε ρουμάνικα...

Ένα μεσημέρι, σκυφτή κι ανώνυμη,
μέσα στους σκοτεινούς διαδρόμους
μιας πολυκατοικίας,
τους άκουσα να μιλάνε ρουμάνικα.
Καθώς ανέβαινα με το ασανσέρ...
...να μιλάνε ρουμάνικα.
Και τότε τραγούδησα:
''Πόσο μ' αρέσει
ν' ακούω τους ανθρώπους
ν' ανεβαίνουν με το ασανσέρ
και να μιλάνε ρουμάνικα...''

Εμιγκρέδες της Ρουμανίας,
πιθανότητες ευτυχίας,
στην περιοχή της Αμερικάνικης πρεσβείας...

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

Balabaristas by Tristeza

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

στασιμότητα - επέστρεφε




Είναι κάποιες φορές που όλα παραμένουν ως έχουν. Στάσιμα. Τα αφήνουμε, μας αφήνουνε, τα παρατάμε, τα βαριόμαστε. Υπάρχει όμως περίπτωση, να μην υπάρχει τρόπος και χρόνος να τα αλλάξουμε. Τότε τι γίνεται;

...

Όλα είναι ίδια αν δεν τ'αγαπάς, όλα μένουν ίδια άμα δεν τα πας... όπως πολύ σωστά λέει και ο αγαπημένος Ορφέας (Περίδης) .




~

(για να μην κάνω δεύτερη ανάρτηση)
και ένα ποιήμα... για σένα.

Επέστρεφε

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με -
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ' επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ' αισθάνονται τα χέρια σαν ν' αγγίζουν πάλι.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται...


Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1912)

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2010

εκατό μικρές ανάσες






Εκατό μικρές ανάσες
Κι ούτε μια πραγματική
Δεν το χω έτσι φανταστεί
Αν αυτό ζωή το λένε
Δε γεννήθηκα γι' αυτή
Αλλιώς εγώ το 'χω σκεφτεί

Εγώ ανάσαινα ζωές
Απ' τη δικιά μου πιο πολλές
Γι' αυτό παράσταινα μορφές
Που ζούσαν σ' άλλες εποχές

Και το διασκέδασα
Που κατασκεύασα
Τον κόσμο μου σε μιαν αναπνοή
Και η αξία μου
Στην ασφυξία μου
Απ' τις ανάσες μου η πιο πραγματική

Εκατό μικρές κουβέντες
Κι ούτε μια σημαντική
Κάτι σπουδαίο να εξηγεί
Αν αυτό ζωή το λένε
Δε γεννήθηκα γι' αυτή
Γι' αλλού εγώ έχω φτιαχτεί

Εγώ ανάσαινα ζωές
Απ' τη δικιά μου πιο πολλές
Γι' αυτό παράσταινα μορφές
Που ζούσαν σ' άλλες εποχές

Και το διασκέδασα
Που κατασκεύασα
Τον κόσμο μου σε μιαν αναπνοή
Και η αξία μου
Στην ασφυξία μου
Απ' τις ανάσες μου η πιο πραγματική


Και το διασκέδασα, που κατασκεύασα τον κόσμο μου σε μιαν αναπνοή... και η αξία μου στην ασφυξία μου, απ' τις ανάσες μου η πιο πραγματική...

Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2010

put the lime in the coconut










Brother bought a coconut, he bought it for a dime
His sister had another one, she paid it for the lime

She put the lime in the coconut, she drank 'em both up
Put the lime in the coconut, she called the doctor, woke him up, and said

Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, to relieve this bellyache, I said
Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, to relieve this bellyache

Now let me get this straight
Put the lime in the coconut, you drank 'em both up
Put the lime in the coconut, you called your doctor, woke him up, and said

Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, to relieve this bellyache, I said
Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, to relieve this bellyache

You put the lime in the coconut, you drink 'em both together
Put the lime in the coconut, then you feel better
Put the lime in the coconut, drink 'em both up
Put the lime in the coconut, and call me in the morning

Brother bought a coconut, he bought it for a dime
His sister had another one, she paid it for the lime
She put the lime in the coconut, she drank 'em both up
Put the lime in the coconut, she called the doctor, woke him up, and said

Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, to relieve this bellyache, I said
Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Now let me get this straight

You put the lime in the coconut, you drink 'em both up
Put the lime in the coconut, you're such a silly woman

Put the lime in the coconut, you drink 'em both together
Put the lime in the coconut, then you feel better
Put the lime in the coconut, drink 'em both down
Put the lime in the coconut, and call me in the morning

Woo-oo, ain't there nothin' you can take, I said
Woo-oo, to relieve your bellyache, you said
Woo-oo, ain't there nothin' I can take, I said
Woo-oo, to relieve your bellyache, you say

Yeah-ah, ain't there nothing I can take, I say
Wow-ow, to relieve this bellyache, I said
Doctor, ain't there nothin' I can take, I said
Doctor, you're such a silly woman

Put the lime in the coconut, you drink 'em both together
Put the lime in the coconut, then you feel better
Put the lime in the coconut, drink 'em both up
Put the lime in the coconut, and call me in the mo-o-ornin'

Yes, you call me in the morning
If you call me in the morning I'll tell you what to do


~


Ένα τραγούδι που σε κάνει να θες να κάνεις βόλτες μέσα στο σπίτι σου χορεύοντας... Αν έχεις για παρέα φιλαράκια και ποτό, ακόμα καλύτερα.


Ακολουθεί μία μικρή ξενάγηση σε ένα αγαπημένο μαγαζί, ένα μεξικάνικο εστιατόριο. Μου ήρθε στο μυαλό ακούγοντας το κομμάτι για πολλοστή φορά.



Εις υγείαν λοιπόν, με μπόλικη (εικονική) σαγκρία!












:)

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

τέτοια μέρα...





Τέτοια μέρα μην τελειώσει ποτέ
λάμπει σκόνη από υγρή καταιγίδα
Λέει το αηδόνι «τραγουδώ ερασταί
απ' το χιόνι φεύγω κι όλο καταφεύγω
σε μιαν αγκαλιά σαν πατρίδα»

Κι όταν με τυλίγει βαριά συννεφιά
κάτι να με πνίγει το νιώθω
απ' τον πόθο

Τέτοια μέρα στην τριανταφυλλιά
το φουστάνι μου θα σκίσω, να ματώσω, θα μεθύσω
αχ, για σένα ομορφιά

Φίλα με όσο αντέχει
ο ουρανός τα φιλιά ν’ ανάβει
τ' άστρο του να προσέχει
του καθενός που 'χει καταλάβει

Τέτοια μέρα θα το πω ξαφνικά
κι αν τυχόν μ' ακούει κανένας
στη χρυσή φωτιά μια καδένας
θα του τ’ ορκιστώ, μυστικά

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

μια τέλεια στιγμή

Σταύρος



Έλα κάτσε κοντά μου και μη μιλάς. Μη χαλάς την ατμόσφαιρα με λόγια. Κάτσε κοντά μου και κοίτα τη θάλασσα. Κοίτα τ' αστέρια. Και πες μου αν έχεις ξαναδεί τέτοια βραδιά. Αν έχεις ξαναζήσει τέτοια βραδιά. Ή δεν είναι το ίδιο και για σένα; Αυτό που νιώθω εγώ. Πως γεννήθηκα για μια τέτοια νύχτα. Πως γεννήθηκα γι' αυτήν εδώ τη στιγμή.
Όλα στον κόσμο καλά τακτοποιημένα και γω κάτω από έναν καλοκαιρινό ουρανό μαζί σου. Όλα του κόσμου τα προβλήματα λυμένα και γω δίπλα στη θάλασσα. Όλοι οι άνθρωποι φιλικοί και τα αισθήματά τους γίνονται ζεστασιά που με διαπερνάει. Όλη η φύση φιλική. Ο ουρανός να μου τάζει κι η θάλασσα να προσπαθεί να μ' ευχαριστήσει. Όλα γύρω ντυμένα στο πιο καλό τους χρώμα. Μέχρι το φεγγάρι. Που λες και το βλέπω για πρώτη φορά. Που το βλέπω όμορφο για πρώτη φορά. Μια τέλεια εικόνα. Μια τέλεια νύχτα. Φτιαγμένη ειδικά για μας. Γι' αυτό σου λέω. Έλα κάτσε κοντά μου και μη μιλάς. Έλα ν' αποτυπώσουμε τη σκηνή. Και ν' αποτυπώσουμε τη στιγμή. Τη στιγμή που γι' αυτήν γεννηθήκαμε. Τη βραδιά του γάμου μας. Έλα κάτσε κοντά μου. Σ' αγαπάω!


(απόσπασμα...)

Λέττη Κοιλάκου, Αγαπούλα μ' ακούς;, εκδ. Δανιά,1995.


πες μου κάτι







- Πες μου κάτι αληθινό.
Σαν την ερημιά αυτού που απαγχονίζεται,
σαν τη ροή απ' τα ρουθούνια του πυγμάχου
και σαν την κούραση στα πόδια μου.

- Πες μου κάτι αφόρητο.
Σαν τη φράση "ξέρεις τι έχω κάνει εγώ για σένα;",
σαν την αμηχανία στους ανελκυστήρες
και σαν την απουσία του νοήματος.

- Πες μου κάτι δυνατό.
Σαν τις αδυναμίες μας που φτάσαν ως τα νύχια,
σαν τα λούλουδα του κάμπου και σαν
καρτέρι των ληστών στο Δήλεσι.

- Και τώρα πες μου κάτι ψεύτικο.
Σαν τα ψόφια δάχτυλα που ’σφιξα στο χέρι,
σαν τον ήλιο του χειμώνα
και σαν την ορκισμένη αγάπη της.




~


υ.γ. καλό μήνα...